Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ

Κρατισμός, λαϊκισμός, αμορφωσιά και αντιδημοκρατική νοοτροπία είναι τα κύρια συστατικά του εκρηκτικού μείγματος που αποκαλείται δημοσιογραφική διαφθορά και συμπληρώνει ένα γενικότερα διεφθαρμένο περιβάλλον…

Στην χώρα με τους λιγότερους αναγνώστες εφημερίδων στην Ευρώπη, όπου ωστόσο κυκλοφορούν περίπου 116 καθημερινές πανελλήνιες και επαρχιακές εφημερίδες, το κράτος παίζει τον πρώτο ρόλο. Αυτόν ήταν που μοίραζε και μοιράζει χρήμα και προνόμια στους εκδότες απλώς για να τους έχει στην υπηρεσία του.

Από την πλευρά τους, οι κρατικές επιχειρήσεις και τράπεζες αντιπροσώπευαν για μία μακρά περίοδο το 46% της συνολικής διαφημιστικής δαπάνης, την οποία και χρησιμοποιούσαν ερήμην των κανόνων της αγοράς και της στοιχειώδους λογικής.

Επίσης, στα κρατικά μέσα επικοινωνίας, στις ΔΕΚΟ, στην Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών, στα κρατικά πρακτορεία ειδήσεων και στις κρατικές τράπεζες απασχολούνται, ακόμη και σήμερα και παρά την κρίση, κάπου 2.000 άνθρωποι των μέσων επικοινωνίας –για κάποιους από τους οποίους η θέση στο Δημόσιο είναι μία από τις αργομισθίες που έχουν.

Υπήρξε δε περίοδος κατά την οποία ο αριθμός των δημοσιογράφων και εκδοτών που ήσαν εξαρτημένοι από το Δημόσιο ξεπερνούσε τις 6.000, νούμερο πρωτοφανές για χώρα που υποτίθεται ότι ανήκει στον αναπτυγμένο δημοκρατικό κόσμο.

Η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Μέσω της έμμεσης φορολογίας, το κράτος στην Ελλάδα προσέφερε στο εκδοτικό και δημοσιογραφικό πλέγμα κοινωνικούς πόρους, καθώς και σημαντικές φορολογικές απαλλαγές, με αποτέλεσμα τα ΜΜΕ να είναι σχεδόν πλήρως κρατικώς ελεγχόμενα.

Παράλληλα, όμως, τα κόμματα εξουσίας –που ήδη οφείλουν περί τα 360 εκατ. ευρώ στις τράπεζες– τα τριάντα τελευταία χρόνια μοίρασαν στα Μέσα πάνω από 250 εκατ. ευρώ διαφημιστικά και λοιπά έσοδα, καλλιεργώντας χωρίς αιδώ τον λαϊκισμό κα την χυδαιότητα, φέρνοντας στο προσκήνιο τα σκουπίδια του πνεύματος.

Η κατάσταση αυτή προσέλαβε κατακλυσμιαίες διαστάσεις με την απελευθέρωση στην χώρα μας των ραδιοτηλεοπτικών μέσων επικοινωνίας, στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Η απελευθέρωση αυτή έσπασε μεν το κρατικό μονοπώλιο, επέφερε όμως μία γενική πλέον υποβάθμιση σε ολόκληρο των χώρο των ΜΜΕ.

Απίθανοι σαλταδόροι μπήκαν στον χώρο των Μέσων και άρχισαν να πουλάνε προς κάθε κατεύθυνση λαϊκισμό και χυδαιότητα –μια και αυτά άρεσαν στο κοινό. Κύριος δε στόχος αυτών των πνευματικών ιζημάτων ήταν και είναι η συνολική αποβλάκωση μίας ούτως ή άλλως απνευμάτιστης σε μεγάλο βαθμό κοινωνίας, η οποία απεχθάνεται την γνώση γιατί η τελευταία απαιτεί κριτική σκέψη.

Στο πλαίσιο αυτό, σήμερα, με την βοήθεια του Διαδικτύου, τα ΜΜΕ σκουπίδια οδηγούν το όλο μιντιακό τοπίο στην αυτοκαταστροφή του.

Επιβεβαιώνεται δε, με δέκα χρόνια καθυστέρηση, ένα προφητικό άρθρο που είχαμε γράψει το 2006 στην εφημερίδα Εστία και στο οποίο τονίζαμε ότι «αν εμείς οι δημοσιογράφοι δεν αντισταθούμε στην χυδαιοποίηση και τον εξευτελισμό του επαγγέλματός μας από τυχάρπαστους εκβιαστές, παραχαράκτες της πραγματικότητος και συνειδητούς απατεώνες του πνεύματος, τότε θα έχουμε συμβάλλει στον θάνατο της δημοκρατίας».

Διότι περί αυτού πρόκειται. Στο ομιχλώδες και βαθύτατα διεφθαρμένο τοπίο των ΜΜΕ, οργιάζουν σήμερα οι εχθροί της δημοκρατίας. Γι αυτό, όσοι από εμάς σέβονται τον εαυτό τους και αυτό που κάνουμε, χρειάζεται να κοιτάξουμε την πραγματικότητα κατάματα.

Πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο λόγος των περισσότερων Μέσων, και ιδιαίτερα των ραδιοτηλεοπτικών και άλλων ηλεκτρονικών, είναι υπαινικτικός και όχι καθαρός. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι, με εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, τα ΜΜΕ έχουν μετατραπεί σε διαμεσολαβητή συμφερόντων και όχι σε ενδιάμεσο φορέα μεταξύ της εξουσίας και των πολιτών για την αποκάλυψη της αλήθειας όπως αυτή μπορεί να προκύπτει από τα γεγονότα.

Στην εποχή των ανακατατάξεων και των κοσμογονικών αλλαγών, ο λαϊκισμός, η δημοσιογραφία-θέαμα και η απίστευτη βλακεία έχουν ισοπεδώσει την δημοσιογραφία και τους ανθρώπους της, τους οποίους η κοινή γνώμη εμπιστεύεται σε ποσοστό κάτω από 7%!!!

Με αφετηρία, λοιπόν, την γενικευμένη αναξιοπιστία στον χώρο των ΜΜΕ, οι διάφοροι σαλτιμπάγκοι δίνουν ρέστα. Σήμερα, τούς ευνοεί το άκρατο κλίμα λαϊκισμού και ασύδοτης ψευδολογίας που επικρατεί και που είναι η πρώτη ύλη των εκβιαστών.

Συνεπικουρούμενοι δε και από αδίστακτους μπλογκανθρώπους, οι επαγγελματίες του είδους μπορούν να κάνουν πραγματικά ό,τι θέλουν. Και σίγουρα δεν θα βάλει τέλος στην δράση τους η ύπαρξη «διαδικτυακού μητρώου».

Σε κοινωνίες όπου τα ψεύδη, οι λαϊκισμοί, οι κούφιες υποσχέσεις, οι ιδεολογικές κενολογίες και η κρατολατρεία προσδιορίζουν την πολιτική και μεγάλο μέρος της οικονομικής λειτουργίας, οι εκβιαστές, οι διαπλεκόμενοι, οι κλεπτοκράτες και τα λοιπά κοινωνικο-πνευματικά ιζήματα θα αποτελούν σημαντικό χαρακτηριστικό τους. Ιδιαίτερα δε όταν στις ίδιες κοινωνίες οι υγιείς αστικές, δημοκρατικές και παραγωγικές δυνάμεις τους αδιαφορούν για το «εθνικώς δέον» και περί άλλα τυρβάζουν.

Αν λοιπόν οι κοινωνίες αυτές δεν προστατευθούν από τους ιούς που τις ταλανίζουν και τις βυθίζουν στην παρακμή, οι εκβιαστές και το σύστημά τους θα ρυθμίζουν κατά το δοκούν την πραγματικότητα. Μέχρι τελικής πτώσεως.