Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ

Έχοντας ξεκινήσει την άνοδό του στην εξουσία από τον ολισθηρό δρόμο του ολοκληρωτικού λαϊκισμού, ο κ. Αλέξης Τσίπρας είναι πλέον βαρύτατα εξαρτημένος από αυτόν

Αν και ο λαϊκισμός, υπό την πλήρως αρνητική έννοιά του, είναι το κατ’ εξοχήν εργαλείο της διάδοσης και επιβολής ολοκληρωτικών αντιλήψεων και ιδεών, εντούτοις η παρουσία του είναι αισθητή και στην πολιτική πρακτική των κοινοβουλευτικών δημοκρατιών.

Και τούτο διότι ο λαϊκισμός είναι η απαραίτητη συστατική ουσία των πολιτικών παθών, τα οποία ως ατομική ή συλλογική έκφραση πολιτικού συναισθηματισμού παίζουν σημαντικό ρόλο στο πολιτικό γίγνεσθαι μιας κοινωνίας.

Υπό αυτή την έννοια, για έναν πολιτικό ακτιβιστή της αριστεράς που προφανώς έχει ακούσει κάποια τσιτάτα των Μαρξ, Λένιν και Φρόϋντ, όπως ο πρωθυπουργός της χώρας, ο λαϊκισμός είναι το σημαντικότερο μέσο που διαθέτει προκειμένου να ασκεί πολιτική.

Κατά συνέπεια, ο πρόσφατος φλύαρος και λαϊκιστικός λόγος του κ. Αλέξη Τσίπρα στην επέτειο της πρώτης εκλογικής νίκης του κόμματός του, ήταν απολύτως συνεπής προς την παλαιοκομμουνιστική παράδοση, που εδράζεται στην προφορά κενών περιεχομένου λέξεων οι οποίες υποτίθεται ότι έχουν συναισθηματική φόρτιση.

Από την άλλη πλευρά, ο πρωθυπουργός προσπαθεί μέσα από τον λαϊκισμό να φορτίσει συναισθηματικά έναν εξαπατημένο κόσμο, για να τον πείσει ότι δεν έκανε λάθος επιλογές.

Έτσι, όπως πολύ ορθά επισημαίνει ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας κ. Γιάννης Βούλγαρης στα «Νέα Σαββατοκύριακο», η όλη ομιλία του πρωθυπουργού είχε ως κύριο στόχο της την αναθέρμανση ενός πολιτικού λαϊκιστικού λόγου, ως νομιμοποιητικό περίβλημα μιας αλλαγμένης άρδην κυβερνητικής πολιτικής. Ίσως δε αυτή να είναι η θεμελιακή κουλτούρα του κόμματος και του ηγέτη του, καθ’ όσον αυτή την τακτική χρησιμοποίησε για να ανέλθει στην εξουσία. Προφανώς δε, προς τον παρόν ο ηγέτης δεν ξέρει τί άλλο να κάνει. Η σύγκρουσή του με την πραγματικότητα είναι μετωπική και όχι χωρίς συνέπειες.

«Έτσι, στον επετειακό λόγο ξανακούσαμε γνωστά μοτίβα, παρότι ηχούσαν πλέον ξέπνοα. Το μοτίβο του εθνικολαϊκισμού, η έγκληση του λαού ως έθνους το οποίο αντιστέκεται στους ξένους, στον Σόϊμπλε, στους Γερμανούς, και ταυτόχρονα καταγγέλλει τους εγχώριους πολιτικούς αντιπάλους σαν υπηρέτες των ξένων, και επομένως εθνικά αποσυνάγωγους.

Με άλλα λόγια, συνεχίζεται η αθλιότητα της αριστερής εκδοχής εθνικοφροσύνης, με μικρότερο βέβαια θράσος, γιατί όπως και να το κάνουμε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι τώρα ο διεκπεραιωτής του μνημονίου. Ακούσαμε επιπλέον το μοτίβο του κοινωνικού λαϊκισμού: η έγκληση του λαού ως το σύνολο των κάτω που αντιπαρατίθενται στους πάνω, στην ολιγαρχία, στο κεφάλαιο, κλπ. Αρκετά όμως τροποποιημένη.

»Και πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, δεδομένου ότι όλο και περισσότερες κοινωνικές ομάδες διαδηλώνουν, με αυξανόμενη οργή, κατά της κυβέρνησης. Έτσι, ο συριζαίικος λόγος άρχισε να κόβει τους κάτω σε μικρότερες φέτες.

Οι μικρομεσαίοι αναγορεύονται σε προνομιούχους και ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να αυτοσυστηθεί, κατ’ αντιδιαστολή, σαν η παράταξη των φτωχών. Οι συντάξεις των μεσαίων και των μικρομεσαίων περικόπτονται από την ανάγκη δημοσιονομικής περιστολής ενός μη βιώσιμου ασφαλιστικού συστήματος, για το οποίο ευθύνονται όλα τα μεταπολιτευτικά κόμματα της Δεξιάς, του Κέντρου και της Αριστεράς, όπως επίσης ευθύνεται και η καταστροφική διαχείριση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015.

Για άλλη μία φορά επίσης η αναγκαστική περιστολή δεν συνοδεύεται από ουσιαστική μεταρρύθμιση του συστήματος. Αλλάζουν όμως οι λέξεις. Η περαιτέρω φτωχοποίηση των μεσαίων και μικρομεσαίων στρωμάτων αποκαλείται αναδιανομή, για να χρυσώσει ιδεολογικά το χάπι στην Κοινοβουλευτική Ομάδα.

Λες και η Ελλάδα έχει κοινωνικό διχασμό μεταξύ μεσαίων και φτωχών στρωμάτων τύπου ΗΠΑ και Βρεταννίας, ή ότι μεταξύ Περάματος και Εκάλης δεν υπάρχουν το Περιστέρι, η Νέα Σμύρνη, η Δάφνη ή η Καισαριανή».

Αυτά αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο καθηγητής Γιάννης Βούλγαρης και με τον τρόπο του θέτει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Αυτό της καταστροφής της κυβερνητικής αποτελεσματικότητας λόγω άκρατου λαϊκισμού.

Ο διχαστικός λόγος του κ. Τσίπρα απέχει πολύ από τού να συμβάλει στην παραγωγική ανάκαμψη και στην εκφυγή από την απελπιστική εσωστρέφεια. Ενημερώνοντας ως έωλο εμφυλιοπολεμικό κατάλοιπο, ο λαϊκιστικός πολιτικός λόγος οδηγεί μοιραία σε φαύλο κύκλο ανερμάτιστων πολιτικών, την ώρα που τα προβλήματα με τα βάναυσά τους παράγωγα είναι πάντα εκεί.

Οι άνθρωποι που ασκούν την εξουσία δεν μπορούν επιτέλους να καταλάβουν ότι όσο δεν διανοίγουν σωστικές διεξόδους σε μοιραίες στενωπούς, τελικά αυτοϋπονομεύονται, επιβαρύνοντας παθογένειες που θα αποβούν μοιραίες και για τους ίδιους; Είναι τόσο βαριά η εξάρτησή τους από την ναρκισσιστική ουσία του λαϊκισμού;