Είναι ευρύτατα γνωστό ότι το εκπαιδευτικό σύστημα κάθε προηγμένης χώρας συνιστά τον ακρογωνιαίο λίθο για μια εύρωστη και δημιουργική κοινωνία, ανθηρή οικονομία, κοινωνική δικαιοσύνη, ευνοϊκές προοπτικές για ανάπτυξη και ελπιδοφόρο μέλλον. Για την επιτυχία αυτών, και άλλων σκοπών, το σύστημα παιδείας και εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα πρέπει να είναι αξιοκρατικό και να κατοπτρίζει τα ιδεώδη, τις προσδοκίες, τις ανάγκες και τις ελπίδες της κοινωνίας, η οποία το υποστηρίζει και το προστατεύει. Αυτό βλέπει κανείς στις προηγμένες χώρες της Ευρώπης, της Β. Αμερικής και της Ασίας. Με λύπη μας διαπιστώνουμε, όπως και πολλοί άλλοι Έλληνες, ότι η χώρα μας δεν συγκατατάσσεται σε αυτό τον χώρο· δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της στο εκπαιδευτικό σύστημα του κράτους, και τα αποτελέσματα είναι προφανώς αρνητικά: υποβαθμισμένο εκπαιδευτικό σύστημα, αναξιοκρατία, έλλειψη σταθερής παραγωγικής βάσης, μηδαμινή προσφορά στην ανάπτυξη, προβληματική οικονομία και απαξίωση των νέων της Ελλάδας, οι οποίοι, απογοητευμένοι, εγκαταλείπουν τη χώρα.
Ας κοιτάξουμε πρώτα τα ΑΕΙ. Δυστυχώς κανένα ελληνικό πανεπιστήμιο δεν βρίσκεται συστηματικά στα καλύτερα 300-400 του κόσμου, παρά το γεγονός ότι σε ορισμένες ειδικότητες υπάρχουν πράγματι νησίδες αριστείας που ανεβάζουν τον μέσον όρο και μας τιμούν ως χώρα. Σε πολλά από τα ιδρύματά μας κυριαρχούν παθογένειες όπως εσωστρέφεια, καταλήψεις και διακοπές των μαθημάτων, βανδαλισμοί της ερευνητικής υποδομής, ατιμωρησία της παρανομίας, κομματικές παρεμβάσεις κ.λπ. Με την ψήφιση του νόμου Ν. 4099/2011 επιχειρήθηκε μια αναστροφή αυτής της κατάστασης μέσω της υιοθέτησης θεσμών όπως τα Συμβούλια Ιδρύματος, η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου και η επιλογή διοικητικών δομών στις σχολές από το διδακτικό προσωπικό με αδιάβλητες δημοκρατικές μεθόδους. Πριν όμως εφαρμοστούν όλες οι διατάξεις του νόμου αυτού, άρχισε η αποδυνάμωσή του από την προηγούμενη κυβέρνηση, και σύμφωνα με τις προγραμματικές δηλώσεις του νυν υπουργού Παιδείας υπάρχει σχέδιο για την τελική κατάργησή του από την παρούσα κυβέρνηση. Ήδη έχουμε δει την καταστροφή από βανδάλους των σχολών της Αρχιτεκτονικής στο ΑΠΘ και της Ιατρικής του ΕΚΠΑ τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς και την κατάληψη της Νομικής τις τελευταίες μέρες. Είναι προφανές ότι οι κομματικές και άλλες φατρίες με μεθόδευση βίας και νοθείας θα συνεχίσουν να καταστρέφουν ό,τι έχει απομείνει από την πανεπιστημιακή εκπαίδευση, και η κατάργηση του νόμου 4099/2011 (που είχε ψηφισθεί με συντριπτική πλειοψηφία στη Βουλή) θα διευκολύνει τις δραστηριότητές τους. Θα είναι κρίμα, αν εμείς οι ίδιοι καταστρέφουμε συστηματικά και πεισματικά το μέλλον των παιδιών μας και της πατρίδας μας.
Δυστυχώς το μέλλον φαίνεται ζοφερό και για την εξέλιξη της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η αξιολόγηση του διδακτικού προσωπικού, ακρογωνιαίος λίθος στην ποιοτική εκπαίδευση στην Ευρώπη και σε όλες τις προηγμένες χώρες του κόσμου, έχει ήδη σταματήσει πριν καν αρχίσει. Προσφάτως, το υπουργείο Παιδείας προανήγγειλε ότι ο θεσμός των πρότυπων σχολείων δεν θα καταργηθεί μεν, αλλά θα αποδυναμωθεί μέσω αλλαγής του συστήματος εισαγωγής μαθητών/μαθητριών με κλήρωση αντί εξετάσεων. Με αυτό τον τρόπο ουσιαστικά αποκλείεται η επιλογή των αρίστων ανεξαρτήτως οικονομικού επιπέδου, και η μόνη δυνατότητα των γονέων για ποιοτική εκπαίδευση των παιδιών τους θα είναι προφανώς τα ιδιωτικά σχολεία, τα οποία όμως είναι ανοιχτά μόνον για όσους διαθέτουν τους αναγκαίους πόρους. Στο παρελθόν οι μαθητές και οι μαθήτριες στα πρότυπα σχολεία ήταν κυρίως παιδιά οικογενειών με λίγες ή ελάχιστες οικονομικές δυνατότητες, αλλά ταλαντούχα, που ανέβαζαν το εκπαιδευτικό επίπεδο της χώρας. Ο αντικειμενικός σκοπός της Πολιτείας πρέπει να είναι η ποιοτική εκπαίδευση για όλα τα σχολεία και όχι η ισοπέδωση προς τα κάτω που επιχειρείται μέσω της κλήρωσης.
Τα παραπάνω οδηγούν ευλόγως στην απομάκρυνση από την έννοια της αριστείας, την οποίαν ο κύριος υπουργός στις προγραμματικές του δηλώσεις χαρακτήρισε «ρετσινιά» για τα νέα παιδιά της χώρας. Είναι δύσκολο να βρει κανείς πολιτικό σύστημα οπουδήποτε στον κόσμο που να υποβαθμίζει την άμιλλα και την αριστεία. Οι προοδευτικές κοινωνίες βασίζονται στην αριστεία ως σκοπό σε όλες τις κοινωνικές δομές. Επιλέγουν τους άριστους για τα καλύτερα σχολεία τους, για τις βασικές υπηρεσίες του κράτους, για ηγετικές θέσεις σε κοινωνικά, πανεπιστημιακά, βιομηχανικά ιδρύματα και οργανισμούς. Το «αιέν αριστεύειν» από τον Όμηρο και τον Περικλή έχει υιοθετηθεί από όλες τις προηγμένες κοινωνίες του κόσμου. Η υποβάθμιση και η αποστασιοποίηση από την αριστεία ως έννοια και ως σκοπό είναι προφανώς μέγιστο λάθος για οποιαδήποτε κοινωνία, και η θέση αυτή του υπουργού Παιδείας είναι ατυχής.
Ενόψει της σκληρής πραγματικότητας που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία, η γενική κατεδάφιση του συστήματος της παιδείας είναι βέβαιο ότι θα επιταχύνει την παρακμή της χώρας. Η ισοπέδωση και η εξ αυτής εγκατάλειψη της αξιοκρατίας, όχι μόνο στην παιδεία αλλά και σε όλες τις κρατικές και κοινωνικές δραστηριότητες, δεν είναι καλός οιωνός για το μέλλον. Οι Έλληνες πολίτες πρέπει να συνειδητοποιήσουν πλήρως τι επιχειρείται με την εφαρμογή των παραπάνω πολιτικών: επιστροφή του χάους στα ΑΕΙ και ελλιπέστατη εκπαίδευση για τη φοιτητική μας νεολαία, καταστροφή της άμιλλας στη δευτεροβάθμια και την πρωτοβάθμια εκπαίδευση με ισοπέδωση προς τα κάτω, μαρασμός της έρευνας και της καινοτομίας που τροφοδοτούν την ανάπτυξη σε όλες τις κοινωνίες και απαισιοδοξία για το μέλλον. Πάνω απ’ όλα όμως, η σχεδιαζόμενη πολιτική θα στερήσει από μαθητές, φοιτητές και από τους εναπομείναντες νέους επιστήμονες το βασικό τους κίνητρο για βελτίωση, αφού αυτή πλέον ούτε θα ενθαρρύνεται ούτε θα διακρίνεται ούτε φυσικά θα ανταμείβεται. Αντιθέτως, η μετριότητα ανάγεται σε στόχο και η στασιμότητα σε στάση ζωής. Είναι προφανές ότι οι Έλληνες πολίτες δεν επέλεξαν συνειδητά αυτό το μέλλον για τα παιδιά τους, δηλαδή ισοπέδωση στην αγραμματοσύνη και την ανεργία. Τα θέματα της παιδείας και μάλιστα της αριστείας είναι θέματα πρώτιστης σημασίας και πρέπει να συζητηθούν ευρέως και δημοκρατικά με φορείς και ανθρώπους που έχουν την εμπειρία της επιτυχημένης εφαρμογής, πριν επιβληθούν προσωπικές ή/και ιδεολογικές υπουργικές απόψεις ως εθνική πολιτική για τη χώρα.
Των Κ. ΒΑΓΕΝΑ, Θ. ΒΑΛΤΙΝΟΥ, Ν. ΚΟΝΟΜΗ, Γ. ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ, Σ. ΚΡΙΜΙΖΗ, Ε. ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ, Δ. ΣΚΑΡΒΕΛΗ, Α. ΦΩΚΑ, Λ. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ
Οι υπογράφοντες το παρόν είναι τακτικά μέλη της Ακαδημίας Αθηνών.
Πηγή : ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ